Το παρακάτω κείμενο είναι αφιερωμένο σε όλες τις οικογένειες που ταλαιπωρούνται από σιωπές. Όλα όσα θα ήθελε ένα παιδί να πει αλλά δεν μπορεί και όλα όσα ένας γονιός θα έπρεπε να ακούσει αλλά δεν τα ακούει.

Έτσι απαντούσε πάντα η μικρή Ελίνα όταν την πίεζαν να μιλήσει. Έσφιγγε τα χεράκια, καθόταν ακούνητη και κοιτούσε στα μάτια με όσο θάρρος είχε. Όχι δεν ήταν κανένα κοριτσάκι φοβισμένο, αδύναμο, κρυμμένο στην γωνίτσα της. Έκανε μπαλέτο, ζωγραφική, πήγαινε κανονικά στο σχολείο της, έπαιζε σαν όλα τα παιδιά και στο σπίτι της , ήταν ένα «κινητό θέατρο». Κάποιες στιγμές όμως όταν έπρεπε να μιλήσει και σε άλλους εκτός οικογένειας , τα πράγματα ζόριζαν. Ή μιλούσε ψιθυριστά και διστακτικά (εννοείται λίγα λόγια και καλά!) ή χρησιμοποιούσε την μαμά της  σαν «μεταφράστρια». Της ψιθύριζε αυτό που ήθελε να πει στους άλλους. Όσο και να της εξηγούσαν ότι έπρεπε να το κάνει μόνη της, ότι ήταν σημαντικό για τις σχέσεις της και τις φιλίες της, να μιλάει…. αυτή πάντα απαντούσε «δεν θέλω να μιλάω, θα μιλάω όταν θέλω εγώ» .

«Μα γιατί;» ρωτούσαν όλοι. «Έτσι… δεν θέλω» . «Μήπως ντρέπεσαι; Μήπως φοβάσαι;» Ως απάντηση … άλλες φορές σιωπή, άλλες φορές ένα νεύμα καταφατικό ή αρνητικό και άλλες φορές τίποτα. «ΔΕΝ ΞΕΡΩ» φώναζε δυνατά από μέσα της. «Δεν ξέρω γιατί… αλλά δεν θέλω να μιλάω. Θα μιλάω όταν θέλω εγώ»

Ήξερε να μιλά. Και πολύ καλά μάλιστα. Οι μικρές ατέλειες που είχε στην ομιλία της, διορθώθηκαν με την λογοθεραπεία. Όμως ούτε και    αυτό βοήθησε στο να μιλά. Στην δασκάλα όταν έπρεπε, μιλούσε. Με τον λογοθεραπευτή μιλούσε. Ακόμη και με τις ψυχολόγους της μετά από πολλά, μίλησε. Μπορούσε αλλά δεν ήθελε. Το έκανε όταν έπρεπε ή όταν το χρειαζόταν.

Γιατί λοιπόν όλοι είχαν «φαγωθεί» να μιλάει συνέχεια; Τι τους πείραζε;

Έσπαγε το κεφαλάκι της να καταλάβει γιατί επέμεναν τόσο πολύ και την πίεζαν. Η δασκάλα της της έλεγε πως θα είναι καλό για την πορεία της ως μαθήτρια . Θα λέει τις απορίες της, θα δείχνει από μόνη της όσα ξέρει, θα συζητά και έτσι θα αποκτά όλο και περισσότερες γνώσεις και θα γίνεται όλο και καλύτερη μαθήτρια.

Όμως αυτή ένιωθε καλά με όσα μάθαινε και με όσα έλεγε μες την τάξη. Ούτε μια φορά δεν αρνήθηκε να πει το μάθημα και ούτε μια φορά δεν πιάστηκε αδιάβαστη. Και αν είχε καμία απορία, την έλυνε με την μαμά στο σπίτι.

 Της είχε πει επίσης η δασκάλα πως είναι σημαντικό να μιλάει όταν παίζει με τα παιδιά γιατί έτσι γνωρίζονται καλύτερα, έρχονται πιο κοντά και γίνονται φίλοι. Τα ίδια άκουγε και από τους ψυχολόγους … γενικά από όλους τους μεγάλους.

Όμως η Ελίνα δεν ήθελε να έρθει πιο κοντά τους. Δεν ήθελε να γίνουν πιο πολύ φίλοι. Μια χαρά αισθανόταν με την σχέση που είχαν. Δεν ήθελε κάτι περισσότερο.

Η μαμά, ο μπαμπάς και οι άλλοι μεγάλοι της οικογένειας της λένε  πως πρέπει να μιλάει συνέχεια, γιατί αν δεν  το κάνει « πως θα έχεις ανθρώπους δίπλα σου;».  Θα την παρατήσουν γιατί θα βαρεθούν με την σιωπή της. Ή πως θα δουλεύει αύριο, μεθαύριο; Πρέπει να επικοινωνεί με τους γύρω της γιατί αλλιώς θα βρεθεί μόνη!

Αυτό την μπερδεύει ακόμα πιο πολύ!

«Γιατί η σιωπή μου να διώχνει τους ανθρώπους; Τα κακά λόγια, ναι! Το καταλαβαίνω. Τα κακά λόγια προσβάλουν και πληγώνουν τον άλλον. Είναι φυσικό να φύγει από κοντά σου. Η σιωπή μου  όμως γιατί; Δεν κάνει κακό σε κανέναν. Δεν με ξέρουν. Δεν πρέπει να περιμένουν κάτι από εμένα! Άλλωστε και η μαμά και ο μπαμπάς  δεν μιλούν πάντα… και δεν φεύγουν….».

 Πολλές φορές έχει προσέξει να απλώνεται μια σιωπή μεταξύ τους. Εκεί που περιμένει να τους ακούσει να  απαντούν ο ένας στον άλλον, να  μαλώσουν ή να απλά να πουν τι θέλουν …. αυτοί σιωπούν!  Εκεί που περιμένει να γίνει «πόλεμος» με τα λόγια …. Ξαφνικά δεν γίνεται τίποτα. Ξαφνικά ο μπαμπάς σταματά να μιλά και τότε και η μαμά σωπαίνει, ή και το ανάποδο. Τότε απλώνεται μια σιωπή στο σπίτι,  βαριά . Η μαμά λέει πως δεν χρειάζεται να πουν κάτι ακόμη και ότι πρέπει να ηρεμήσουν και να σκεφτούν. Ο δε μπαμπάς λέει πως καλύτερα να μην πει άλλα γιατί τότε θα γίνει χαμός!

«Γιατί η δική τους η σιωπή είναι καλύτερη από την δική μου;» αναρωτιέται η Ελίνα. «Γιατί αυτούς κανένας δεν τους πιέζει να μιλήσουν; Γιατί το ότι μιλούν σε ξένους αλλά όχι μεταξύ τους είναι καλύτερο από αυτό που κάνω εγώ; Εγώ δεν μιλώ σε ξένους αλλά μιλώ στην οικογένεια μου! Γιατί αυτούς δεν τους στέλνουν σε ψυχολόγους και ειδικούς; Γιατί αυτούς δεν τους μαλώνει η γιαγιά και ο παππούς όπως κάνουν με εμένα; Γιατί κανείς από τους φίλους τους, τους συναδέλφους τους στην δουλειά δεν τους συμβουλεύει να σταματήσουν να σιωπούν; Δεν το βλέπουν ότι η σιωπή τους, τους κάνει κακό; Μόνο εγώ το βλέπω πως μέρα με την μέρα γίνονται όλο και πιο δυστυχισμένοι, μονότονοι, άχρωμοι και χωρίς κέφι; Τώρα  που το σκέφτομαι, δεν με νοιάζει να κάνω φιλίες με άλλους. Το μόνο που με νοιάζει είναι η μαμά και ο μπαμπάς, η οικογένεια μου.

Τελικά πάλι καλά που έχουν και το δικό μου το πρόβλημα, με την σιωπή μου. Τουλάχιστον τώρα κάπως πιο συχνά μιλούν. Πάλι με δυσκολία, πάλι με ένταση και διαφωνίες … αλλά τουλάχιστον μιλούν, δεν σταματούν, δεν σωπαίνουν. Πόσο καλύτερο είναι να τους ακούω ακόμη κι αν με ενοχλούν οι καβγάδες τους. Είναι πάντως καλύτερο από την σιωπή τους. Αυτή η σιωπή που έρχεται και κάθεται ανάμεσα τους με κάνει και φοβάμαι, με κάνει και στεναχωριέμαι και κυρίως με κάνει και ανησυχώ. Τι θα γίνει τώρα; Είμαστε καλά; Είμαστε μαλωμένοι; Αγαπιόμαστε; Δεν χωνευόμαστε; Θα είμαστε μαζί; Χώρια; Ας μου πει κάποιος! Δεν αντέχω την σιωπή! Θέλω να ξέρω!!!

Σταματήστε να ανησυχείτε για την δική μου την σιωπή. Δεν έχει και τόση σημασία αν θα πω στην σερβιτόρα τι θέλω να πιω ή πως με λένε ή τι παιχνίδι θέλω να παίξουμε με τα παιδιά. Η δική μου η σιωπή δεν κάνει κακό σε κανέναν. Είναι ξένοι. Μπορεί να παραξενεύονται που δεν τους απαντώ ή που απαντώ έμμεσα μέσω της μαμάς, μπορεί να έρχονται σε αμηχανία ίσως και να με λυπούνται ή να στεναχωριούνται για μένα αλλά δεν παθαίνουν κάτι κακό.

Η δική σας η σιωπή κάνει κακό! Κάνει κακό σε εσάς αλλά κάνει κακό και σε εμένα. Η δική σας η σιωπή πέφτει σαν πέτρα στο κεφάλι μου. Με πονά, με πληγώνει και μου αφήνει πάντα σημάδια. Η δική σας η σιωπή κάνει κακό γιατί είμαστε οικογένεια, δεν είμαστε ξένοι.

 Ή μήπως και η σιωπή μου σας κάνει κακό; Μήπως και εσείς νιώθετε έτσι κάθε φορά που δεν μιλάω; Μήπως και  εσείς με κάθε μου σιωπή, υποφέρετε και ανησυχείτε για το αν είμαστε καλά ή όχι;

Ω μαμά, ω μπαμπά, αν και εσείς πονάτε όπως εγώ, θα μιλήσω. Θα μιλάω. Όχι γιατί με νοιάζει για τους άλλους, ή για το αν θα είμαι καλή μαθήτρια. Θα μιλήσω γιατί τώρα που κατάλαβα τον πόνο που νιώθω από την σιωπή σας, κατάλαβα και τον πόνο που νιώθετε εσείς για την δική μου σιωπή. Θα μιλήσω για σας! Θα μιλήσω για να μην πονάτε!

Κάντε σας παρακαλώ και εσείς το ίδιο. Σταματήστε να σωπαίνετε και μιλήστε! Πείτε τι έχετε να πείτε και πείτε το και σε μένα. Να ξέρω τι γίνεται στο σπίτι μας. Τι γίνεται; Είμαστε καλά; Όλα καλά; Μπορούμε να είμαστε καλά και ας διαφωνείτε; Μπορούμε να αγαπιόμαστε όλοι μαζί και ας μαλώνετε;  Γίνεται;

Ελάτε! Θέλω να μιλάμε!»

 

Μαρία Κυριακίδου, ψυχολόγος.

Ρωτήστε με

Είμαι εδώ για να σας λύσω οποιαδήποτε απορία μπορεί να έχετε σε ότι αφορά την ψυχική σας ισορροπία.