Ν α ζούμε όπως σκεφτόμαστε και όχι να  σκεφτόμαστε όπως ζούμε.

(…απ’ αυτά που η πατρότητα τους χάνεται στο διαδίκτυο!)

Μια πρώτη αυθόρμητη αντίδραση στην παραπάνω άποψη  θα μπορούσε να είναι,  «δηλαδή τι,  άλλα σκεφτόμαστε και άλλα κάνουμε;»

Το θέμα αυτό είναι στην επιφάνεια,  ήδη από πολύ παλιά (1957), με την γνωστή στον χώρο της κοινωνικής ψυχολογίας,  θεωρία της γνωστικής ασυμφωνίας του  Festinger και παραμένει στις μέρες μας ιδιαίτερα επίκαιρο.

Βασική πρόταση της θεωρίας αυτής είναι ότι το άτομο έχει την τάση να μειώνει την ασυμφωνία που μπορεί να δημιουργηθεί μεταξύ δύο γνωστικών στοιχείων αντιφατικών μεταξύ τους. Όπου ως γνωστικό στοιχείο ορίζεται οτιδήποτε μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο γνώσης για κάποιο άτομο π.χ.  συμπεριφορά, γνώμες, στάσεις, πεποιθήσεις κ.α.

Ένα  άτομο λοιπόν που βιώνει γνωστική ασυμφωνία, μπορεί να έχει πεποιθήσεις ή στάσεις που να  έρχονται σε αντίθεση με την συμπεριφορά του.  Όταν τα γνωστικά αντικείμενα (πεποιθήσεις  και συμπεριφορά) δεν συμφωνούν και  βρίσκονται σε αντίφαση, αυτό προκαλεί εσωτερική αναστάτωση, ένταση και δυσφορία.  Για να μειωθεί αυτή η εσωτερική σύγκρουση κινητοποιείται ένας μηχανισμός επίλυση αυτού  του προβλήματος   όπου είτε τροποποιείται ένα από τα δύο γνωστικά αντικείμενα  (πεποιθήσεις  και συμπεριφορές) , είτε εισάγεται ένα νέο που αλλάζει τα δεδομένα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, «το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο». Την γνωστική ασυμφωνία μεταξύ της πεποίθηση «το ξύλο είναι κακό πράγμα» και της πραγματικής συμπεριφοράς  «χτυπάμε για να ελέγξουμε, να συνετίσουμε, να εκτονωθούμε….» έρχεται να αποφορτίσει,  μια νέα πεποίθηση «το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» «όλοι κάποια στιγμή χάνουν την ψυχραιμία τους», «μία στον ποπό δεν είναι και τίποτα»  κ.τ.λ. …

Αποτέλεσμα,  να σκεφτόμαστε όπως ζούμε. Δηλαδή τροποποιούνται οι σκέψεις μας, οι αντιλήψεις μας, οι αξίες μας , με σκοπό να γίνει υποφερτή και δικαιολογημένη η ζωή μας με τις συγκεκριμένες μας συμπεριφορές. Μειώνουμε την εσωτερική σύγκρουση, παγώνουμε κάθε διαδικασία αυτογνωσίας και διερεύνησης και απλά προσαρμοζόμαστε σ’ αυτό που ζούμε , στην ροή της ζωής, στην δεδομένη κοινωνική πραγματικότητα. Ακόμη κι αν παραμείνουν ψήγματα εσωτερικής σύγκρουσης «μα τι κάνω εγώ άλλα πίστευα…»  μπορεί να έρθει και  να προστεθεί  ή να τροποποιηθεί ένα ακόμη στοιχείο «ο κόσμος δεν αλλάζει… εσύ δεν θα αλλάξεις τον κόσμο», «…τι να κάνεις και εσύ… άνθρωπος είσαι και χάνεις την ψυχραιμία σου…».

Κάπως έτσι εξελίσσεται ένα θέατρο παραλόγου!  Ενώ ζούμε σε έναν κόσμο που  η βία σε κάθε της μορφή (λεκτική, φυσική, συναισθηματική ) αποκηρύσσεται , παρόλα αυτά,  εμφανίζεται έντονα παντού! Στο σπίτι – οικογένεια με το ξύλο , τις τσιρίδες, τις συναισθηματικές απειλές, στο σχολείο με την απόρριψη, τις κατηγορίες, τις απειλές, την προσβολή, στον δρόμο με την επιθετικότητα και την αγένεια, στην δουλειά με την ανισότητα, την απειλή, την κατάχρηση εξουσίας, στις σχέσεις με την προσβολή, το ξύλο, την ειρωνεία , την κακοποίηση… στον κόσμο  γενικότερα με την φτώχεια, την ανεργία και τον πόλεμο!

Όσοι λοιπόν βρεθούμε να ασκούμε βία (και δυστυχώς είμαι σίγουρη ότι αν όχι όλοι μας, οι περισσότεροι κάποια στιγμή σε κατάσταση ειλικρινούς αυτογνωσίας μπορούμε να αναγνωρίσουμε ότι  ασκούμε!) ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια έντονη εσωτερική σύγκρουση,  πώς ενώ αποκηρύττουμε την βία ως πεποίθηση ως συμπεριφορά την πράττουμε;  Τότε πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος να λυθεί η εσωτερική σύγκρουση – ένταση , για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε να ζούμε χωρίς ψυχικές επιπτώσεις. Ή οι πεποιθήσεις θα τροποποιηθούν ή οι πράξεις ! Δηλαδή ή θα αποφασίσουμε να σταματήσουμε να ασκούμε βία και να είμαστε σύμφωνοι με τις αρχές μας, ή θα σταματήσουμε να έχουμε αυτές τις αρχές (θα ρίξουμε λίγο ως πολύ νερό στο κρασί μας) για να συμφωνούμε με τις πράξεις μας – συμπεριφορές μας. Βέβαια μπορούμε να προσθέσουμε και ένα άλλο γνωστικό αντικείμενο για να εξομαλυνθεί η ασυμφωνία. Δηλαδή να διατηρήσουμε και τις πεποιθήσεις μας αλλά και τις συμπεριφορές μας. Σ’αυτήν την περίπτωση εξυπηρετική μπορεί να είναι μια στάση ζωής όπου θα μετατοπίζεται η προσωπική ευθύνη των πράξεων στους άλλους. Δηλαδή   το ότι ασκώ βία δεν αποτελεί προσωπική μου ευθύνη  (και άρα δεν παραβιάζω τις αρχές μου που είναι κατά της βίας) αλλά οφείλεται σε κάποιον άλλον που με εξωθεί ή σε  κάποια άλλη ένοχη  κατάσταση. Π.χ  «φταίει ο άλλος που έχασα την ψυχραιμία μου», «δεν μπορείς να φανταστείς τι τραβάω, τι μου κάνει…», «δεν ασκώ βία , απλά αμύνομαι και προστατεύομαι» ,  «δεν μου μένει τι άλλο να κάνω για να καταλάβει, για να τον σταματήσω, για να τον προστατεύσω…» κ.ο.κ.

Όλα καλά λοιπόν! Και η πίτα ολόκληρη και ο σκύλος χορτάτος. Και έχω ήσυχη την συνείδηση μου ότι δεν είμαι υπέρ της βίας και δικαιολογώ την βία μου και συνεχίζω την ζωή μου χωρίς το κόστος – ευθύνη να αναλάβω και να αλλάξω την συμπεριφορά μου!  Μπορώ πάντα να καταδικάζω την βία στον κόσμο και να συνεχίζω να είμαι βίαιος! Κάπως έτσι ο κόσμος μας  γίνεται βίαιος  με την συνοδεία της ειρήνης!

 Φυσικά κανείς δεν είναι τέλειος. Όλοι κάνουμε λάθη. Το θέμα δεν είναι να είναι κανείς αλάνθαστος. Το θέμα είναι να αναγνωρίζει το λάθος του και να προσπαθεί να επανέλθει στο δρόμο που έχει επιλέξει  («να ζούμε όπως σκεφτόμαστε») και όχι να κάνει λάβαρο το λάθος του και να προσπαθεί να το υπερασπιστεί πάση θυσία («να σκεφτόμαστε όπως ζούμε»). Ακόμη κι αν αυτό είναι μια διαδικασία ζωής που δεν τελειώνει ποτέ.

Άλλωστε όπως έλεγε και ο Γκάντι:

 «Πρέπει εσύ να αποτελείς την αλλαγή που θέλεις να δεις στον κόσμο».  

 

Μαρία Κυριακίδου, ψυχολόγος.

3 κακές συνήθειες που ωθούν στην κατάθλιψη

Αποχή από την άσκηση

Κακή διατροφή

Έλλειψη ύπνου

Ρωτήστε με

 

Είμαι εδώ για να σας λύσω οποιαδήποτε απορία μπορεί να έχετε σε ότι αφορά την ψυχική σας ισορροπία.