Θ
ιαρρώ γεννιόμαστε με αυτήν. Ίσως, πάλι, νομίζοντας ότι είμαστε μικροί και ανήμποροι και περιορισμένοι, την δημιουργούμε, αφού έχουμε ανάγκη από κάτι μεγαλύτερο, έχουμε ανάγκη από τον από μηχανής θεό, χρειαζόμαστε την ευρύτερη αγκαλιά για να φωλιάσουμε όταν τα πράγματα δεν φαίνονται τόσο ευνοϊκά.
Πάντως, είναι μαγική η επίδρασή της. Πιστεύουμε και νιώθουμε δυνατοί, ικανοί όλα να τα μπορέσουμε. Πιστεύουμε και βρίσκουμε κάθε φορά όλο και περισσότερη εσωτερική δύναμη. Πιστεύουμε και οι δυσκολίες μας φαίνονται σαν εμπόδιο, σαν μια ακόμα δοκιμασία.
Το περίεργο είναι που πιστεύουμε σε κάτι έξω από εμάς, σε έναν θεό που βρίσκεται… κάπου, παρ’ όλο που διαπιστώνουμε κάθε φορά ότι είναι οι δικές μας δυνάμεις ανεξάντλητες… άραγε, δεν θα μπορούσαμε να νιώσουμε ότι είμαστε κι εμείς θεοί της δικής μας πραγματικότητας? Αφού, εμείς είμαστε υπεύθυνοι για όσα σκεφτόμαστε, λέμε, πράττουμε?
Γιατί χρειάζεται να μετατοπίσουμε σε κάποιαν άλλη, εξωτερική, δύναμη την εξέλιξη, την πορεία της δικής μας ζωής? Γιατί να παραδίνουμε την δική μας ευθύνη σε κάποιο άλλο πλάσμα, οντότητα, παρουσία? Μου θυμίζει την στάση μας όταν είμαστε παιδιά, που θεοί μας είναι οι γονείς. Στα μάτια μας, όλα τα καταφέρνουν, μόνον αυτοί μπορούν να μας βοηθήσουν και να μας βγάλουν από τις δυσκολίες… κάτι που στην πορεία, υγιώς, απομυθοποιείται και μπορούμε (?) να περάσουμε στην επόμενη φάση, της ενηλικίωσης.
Ίσως πάλι, όλο αυτό να σχετίζεται με το ότι δεν θέλουμε να τροφοδοτήσουμε ένα υπερμεγέθες εγώ που θεωρεί ότι όλα μπορούμε να τα καταφέρουμε και προτιμάμε να επιλέξουμε μέσω της ταπεινότητάς μας, την σκέψη ότι είμαστε τόσο μικροί για να κάνουμε μεγάλα πράγματα…
Πάντως, μέσα στην υποκειμενική αντικειμενικότητά μας, το βέβαιο είναι πως η πίστη, όποιο όνομα και αν της δώσουμε, όποια χροιά, όποια πεποίθηση, είναι εκεί… μέσα μας… και λειτουργεί, ενεργοποιώντας τις υψηλότερες δονήσεις που συνδέονται με την ψυχή μας.